ξεκατίνιασμα

ξεκατίνιασμα
το, -ατος
η πράξη και το αποτέλεσμα του ξεκατινιάσματος, βλάβη στη ράχη ζώου ή ανθρώπου από το πολύ βάρος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ξεκατίνιασμα — το [ξεκατινιάζω] καταπόνηση, εξάντληση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”